Αρχείο για 3 Αυγούστου, 2009

  • Ο διαχειριστής της τηλεοπτικής «Πολυκατοικίας» κάνει ταμείο για τη σεζόν που πέρασε, μιλάει για τον ανταγωνισμό και καταλογίζει στα κανάλια έλλειψη στόχων, ενώ καταφέρεται εναντίον εκείνων των συναδέλφων του που έχουν υπερβολικές οικονομικές απαιτήσεις

  • συνέντευξη στην ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΓΡΑΜΜΕΛΗ | ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακή 2 Αυγούστου 2009

Συμπαθής, αρεστός και ενίοτε χαριτωμένος. O Παύλος Χαϊκάλης, όσα θεατρικά και τηλεοπτικά χιλιόμετρα και αν διάνυσε, δεν μπόρεσε ποτέ να γίνει αντιπαθής. Εν μέρει λόγω φιζίκ, αλλά και λόγω καλής πρόθεσης. Δεν προκάλεσε, δεν φέρθηκε όπως οι εγχώριες φίρμες, δεν ψωνίστηκε. «Μ΄ ενδιαφέρει να κάνω καλά τη δουλειά μου και να είμαστε μια δυνατή ομάδα», ξεκαθαρίζει. Ούτε εξώφυλα ούτε μεγάλες δηλώσεις. Ο διαχειριστής της τηλεοπτικής «Πολυκατοικίας» κάνει ένα μικρό διάλειμμα εν μέσω θεατρικής περιοδείας για μια συζήτηση με κυρίαρχο θέμα τα δύσκολα: την οικονομία,τον ηθοποιό και την τηλεόραση.

– Οι σειρές μειώνονται δραματικά στην τηλεόραση. Αισθάνεστε ανασφάλεια στη δουλειά σας λόγω οικονομικής κρίσης;

«Οτι υπάρχει κρίση, υπάρχει. Δεν θα πω αν είναι επίπλαστη ή όχι. Στην τηλεόραση υπάρχει ένας κόσμος συγκεκριμένος ο οποίος κινείται, βλέπει τα καλά του βλέπει και τα κακά του. Τα κανάλια ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν, οπότε στην παρούσα φάση ζουν τη απόρροια των λαθών τους. Πριν από αρκετά χρόνια ο Αntenna ήταν πρώτος και το Μega δεύτερο. Τώρα αυτό πλέον έχει αντιστραφεί. Αυτό σημαίνει ότι το Μega επένδυσε σε μια αξιοπιστία, σ΄ ένα πνεύμα καλύτερης επικοινωνίας με τον κόσμο. Νομίζω ότι έγινε το απαραίτητο αυτή τη στιγμή. Τα άλλα κανάλια φοβάμαι ότι δεν επένδυσαν και κοίταξαν να κάνουν ό,τι ήταν πιο εύκολο ευκαιριακά που άλλες φορές έβγαινε και άλλοτε όχι. Δεν είχαν στόχο επένδυσης. Αυτό πληρώνουν όλοι. Ακόμη και η μονοκρατορία του Μega μπορεί να οδηγήσει στη λογική “γιατί να κάνω περισσότερες δουλειές αφού είμαι μόνο μου;”. Ο ανταγωνισμός δεν έχει λειτουργήσει σωστά, έχει χαθεί η μπάλα. Πιστεύω ότι αυτό που πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε είναι οι σχέσεις μας και αναφέρομαι σε όλους όσοι εργάζονται στην τηλεόραση. Πρέπει να δούμε τι πληρώνουμε, τι παίρνουμε, πού είναι οι καλλιτεχνικές και οι οικονομικές αξιώσεις, πού πρέπει να σταθούμε και τι έχουμε να δείξουμε στον κόσμο αν θέλουμε να δούμε κάποια ανάκαμψη. Αν δεν το κάνουμε αυτό και στηριχθούμε σε ευκαιριακά πράγματα, τότε το μέλλον είναι αβέβαιο».

– Ρίχνετε την ευθύνη στα κανάλια. Οι ηθοποιοί δεν φέρουν ευθύνη για τις επιλογές τους, ειδικά όταν ξέρουν πως οι δουλειές που θα κάνουνδεν είναι καλές, αλλά τους ενδιαφέρουν τα λεφτά;

«Βέβαια. Από την άλλη ποτέ δεν ξέρεις τι θα γίνει. Παίρνουμε ένα με δύο επεισόδια στα χέρια μας. Εγώ όταν πήρα το “50- 50” στα χέρια μου ήταν ωραίο κείμενο, αλλά φαντάστηκα με τους ηθοποιούς και τον σκηνοθέτη πού θα πάει. Ηταν η πρώτη σειρά του Βασίλη Ρίσβα, οπότε δεν είχαμε ιδέα. Το ίδιο συνέβη και με την “Πολυκατοικία”. Θα συμφωνήσω μαζί σας ότι κάποια πράγματα τα καταλαβαίνεις. Από την άλλη όμως δεν μπορείς να λες συνέχεια “όχι” γιατί θα πάρει τη θέση σου κάποιος άλλος. Τα κανάλια θα συνεχίσουν να υπάρχουν και οι δουλειές θα συνεχίσουν να γίνονται ακόμη κι αν εσύ πεις “όχι”. Είναι άγνωστο αν θα πάει καλά κάποια σειρά. Τα κανάλια ξέρουν τι αγοράζουν και τι παραγγέλνουν, άρα ευθύνονται περισσότερο. Επίσης ευθύνονται και για το κάστινγκ, το οποίο στο εξωτερικό είναι δουλειά που πληρώνεται, ενώ εδώ λένε “θα πάρουμε αυτόν κι αν δεν μας κάτσει θα πάρουμε τον άλλο”. Από την πλευρά μας βέβαια και οι αμοιβές θα πρέπει να κινούνται σε λογικά επίπεδα και όχι σε παράλογες απαιτήσεις ή σε υποτελικές αξιώσεις».

– Πάντως τελευταία αρκετοί συνάδελφοί σας αρνούνται να μειώσουν το κασέ τους και κάποιοι άλλοικατηγορούνται ως ιδιαίτερα ακριβοπληρωμένοι. Πώς το σχολιάζετε;

«Στη δουλειά μας κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι τα φέρνει ο ίδιος. Δεν τα φέρνει ο ηθοποιός, για να μιλήσω με τη γλώσσα της πιάτσας. Δεν θα κάνει κάποιος τηλεθέαση επειδή είναι μόνος του. Τα φέρνουν όλοι οι συντελεστές. Αρα αυτός ο μύθος πρέπει να καταρριφθεί. Δεν είμαι εγώ “Η πολυκατοικία”, είναι όλοι “Η πολυκατοικία”. Είναι ομαδική, συνολική δουλειά. Υπάρχουν κάποιοι που για Χ λόγους έχουν αυξήσει τις απαιτήσεις τους και άλλοι που τις έχουν αποδεχτεί. Αυτός ο πληθωρισμός έπρεπε κάποια στιγμή να εκπέσει. Εγώ, επειδή αμείβομαι σε λογικά πλαίσια, δεν μου ζητήθηκε μείωση αποδοχών. Σε άλλους το έκαναν γιατί τα ποσά με τα οποία αμείβονταν ήταν υπερβολικά και νομίζω ότι καλά έκαναν τα κανάλια και έκοψαν τα ποσά, γιατί όλο αυτό ξέφευγε. Σε τελική ανάλυση, ποιος ορίζει κριτήρια ότι αυτός είναι καλύτερος από τον άλλο; Ναι στις καλές αμοιβές, αλλά όχι στην υπερβολή. Υπάρχουν πολλοί νέοι ηθοποιοί οι οποίοι έχουν πληρωθεί υπέρμετρα και αυτό πρέπει να αλλάξει. Δεν υπάρχει λογική σ΄ αυτό. Είναι προκλητικά τα χρήματα, δεν αντέχει η αγορά. Εμένα δεν με απασχολεί το πόσα θα πάρω, αλλά το ποιοι παίζουν δίπλα μου. Στην “Πολυκατοικία” είμαστε 17 ηθοποιοί με πλήθος συντελεστών και εξόδων. Δεν μπορεί ο κάθε Χαϊκάλης να παίρνει ένα σωρό λεφτά επειδή νομίζει ότι κάποιος είναι. Αμείβομαι μια χαρά. Δεν είμαστε ούτε οι αυτοκράτορες ούτε οι μάγκες των σειρών. Αν αυτό το νομίσουμε, θα ζήσουμε στιγμές απείρου κάλλους!».

– Τα τελευταία χρόνια έχω την αίσθηση ότι τα μεγάλα ονόματα στον χώρο σας δεν συνεργάζονται. Η επιτυχία δεν σας ενώνει, σας σκορπίζει. Συμφωνείτε;

«Θα συμφωνήσω απόλυτα μαζί σας. Εχει να κάνει με αυτό που σας είπα πριν, ότι ο καθένας νομίζει ότι ο ίδιος είναι η επιτυχία. Μετά το “50 – 50” ψάξαμε ομαδικές δουλειές. Υπάρχουν και κάποιοι που δεν παλεύουν μόνο για την πάρτη τους».

– Πολλοί, όμως, παλεύουν για την πάρτη τους…

«Ναι. Ακόμη όμως και αν κάποιος έχει επιτυχία για κάποιο διάστημα, αυτό δεν σημαίνει ότι θα διαρκέσει για πολύ ή για πάντα. Ειδικά στο θέατρο που απαιτούνται καλοί ηθοποιοί, το παιχνίδι θα παιχτεί αργότερα στο πώς θα συνυπάρξουν όλοι αυτοί οι ηθοποιοί. Η πορεία θα δικαιώσει όσους πιστεύουν στη συνεύρεση».

– Εσείς νιώθετε δικαιωμένος από τις ως σήμερα επιλογές σας;

«Για να μην κοροϊδευόμαστε, εγώ δεν είχα πάντοτε στην καριέρα μου και πολύ μεγάλες επιλογές. Εγώ ζω από αυτή τη δουλειά και μοιραία έχω κάνει πολλά λάθη. Οταν έπρεπε να επιβιώσω στο θέατρο δεν ήλθε κανείς να μου πει “θα σου δώσω χρήματα να πληρώσεις το ενοίκιο και την Εφορία σου για να μην πας σε αυτή τη δουλειά”. Αναγκαστικά λοιπόν έκανα κάποιες δουλειές που σήμερα δεν θα τις έκανα. Τηλεοπτικά έκανα και κάποια πράγματα που δεν με υποτιμούσαν και επιτυχίες. Εχω πει και τα “όχι” μου και στην πορεία δικαιώθηκα. Η επιλογή είναι συνισταμένη πολλών παραγόντων. Κάποιοι ηθοποιοί δουλεύουν γιατί έχουν ανάγκη να δουλέψουν».

«Η μάστιγα του θεάτρου είναι το ΙΚΑ»

Ο Παύλος Χαϊκάλης (δεξιά) με τον Αντώνη Λουδάρο σε στιγμιότυπο από τη θεατρική παράσταση «Τhe producers»

– Σας ενδιαφέρει να δοκιμάσετε διαφορετικά πράγματα ή μένετε πιστός στην κωμωδία;

«Βεβαίως και με ενδιαφέρει. Τον χειμώνα θα παίξω στο έργο του Οστρόφσκι “Σε στενό οικογενειακό κύκλο”, σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη. Περιμένω με πολλή αγωνία αυτή τη δουλειά γιατί θα γίνει αφετηρία κάποιου δρόμου που σκέφτομαι να ξεκινήσω. Μετά την πρώτη 25ετία θέλω πλέον να επιλέγω κάποια πράγματα και ειδικά στο θέατρο, “ΙΚΑ και Θεού επιτρέποντος”. Η μάστιγα του θεάτρου είναι το ΙΚΑ. Και το λέω αυτό γιατί ένας ηθοποιός παίρνει 1.000 ευρώ και στον παραγωγό κοστίζει 2.300 ευρώ! Δεν μπορούμε να κάνουμε πολυπρόσωπα κλασικά έργα. Θα ήθελα να κάνω τον “Καλό στρατιώτη Σβέικ”. Δεν γίνεται! Θέλω να κάνω πράγματα. Μέχρι στιγμής το έχω καταφέρει στην κωμωδία, αλλά από εδώ και στο εξής θέλω να δοκιμαστώ και στο δράμα. Θέλω να κάνω Μπέκετ και άλλα έργα».

– Νιώθετε ότι τυποποιηθήκατε λόγω της κωμωδίας;

«Την τυποποίηση την είχα από την αρχή. Ελεγαν: “Αυτός είναι κωμικός, θα κάνει κωμωδία”. Δεν ήλθε κανείς να με ρωτήσει αν ήθελα να κάνω δράμα. Η μόνη δραματική στιγμή μου ήταν στην παράσταση “Εγκλημα και τιμωρία”, όπου κάποιοι είπαν “ναι, μπορεί να κάνει και δράμα”. Για μένα αυτό ήταν πολύ σημαντικό».

  • Αλμα εις… τριπλούν ή ακροβατική ισορροπία σε τρία διαφορετικά «σχοινιά»; Για τον Σωτήρη Χατζάκη το καλοκαίρι αυτό τυχαίνει να είναι ιδιαίτερα απαιτητικό αλλά κι ελκυστικό.

Ο Γ. Αρμένης (Πεισθέταιρος) και ο Β. Χαραλαμπόπουλος (Ευελπίδης) στους «Ορνιθες» του Αριστοφάνη

Ο Γ. Αρμένης (Πεισθέταιρος) και ο Β. Χαραλαμπόπουλος (Ευελπίδης) στους «Ορνιθες» του Αριστοφάνη

* Σκηνοθετεί την κωμωδία του Αριστοφάνη «Ορνιθες» (παραγωγή του Φεστιβάλ Αθηνών) στην Επίδαυρο στις 14 και 15 Αυγούστου, σε μετάφραση Κ.Χ. Μύρη. Πρωταγωνιστούν ο Γιώργος Αρμένης (Πεισθέταιρος) κι ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος (Ευελπίδης).

* Ετοιμάζει παράλληλα την κωμωδία του Τζορτζ Μπέρναρ Σο «Η εκατομμυριούχος» για τον Οκτώβριο στο Μέγαρο Μουσικής, με τη Νόνικα Γαληνέα, τον Γιάννη Μπέζο, τον Αλέξανδρο Μυλωνά, τη Μελίνα Τανάγρη.

* Πριν από ενάμιση μήνα ανέλαβε το πόστο του καλλιτεχνικού διευθυντή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και πηγαινοέρχεται Αθήνα-Θεσσαλονίκη (πρόσφατα ανακοίνωσε το χειμωνιάτικο ρεπερτόριο του ΚΘΒΕ).

  • Στους «Ορνιθες» ο Αριστοφάνης σατιρίζει το ανέφικτο της τέλειας πολιτείας (ο Πεισθέταιρος και ο Ευελπίδης την αναζητούν στον… ουρανό, φεύγοντας από την Αθήνα λόγω της φθοράς και της εμπόλεμης κατάστασης). Τι φταίει στην αποτυχία της;

«Η ουτοπία είναι μια ιδέα που αφορά την πιθανότητα διαφυγής από τα δεδομένα της ζωής που ζούμε, την καταφυγή σ’ ένα μη τόπο ευδαιμονίας, ισοπολιτείας, δικαιοσύνης. Πάντοτε στην ιστορία ο άνθρωπος δημιούργησε συμβάσεις -πιθανώς για να ξορκίσει τους δαίμονες φόβους του- που τον οδηγούσαν σε μια δυσάρεστη κατάσταση απομάκρυνσης από τα θέλω του στα πρέπει που θεσμοθετούσαν την ύπαρξή του. Κάθε απόπειρα διάρρηξης των θεσμών, που έχουν παγιωθεί στη συνείδησή μας, ή θα συντριβεί ή θα αλλοιωθεί και θα εκφυλιστεί από εκείνες ακριβώς τις δυνάμεις που δημιούργησαν τους θεσμούς: τους πρωτεϊκούς και πρωταρχικούς φόβους του άλλου, της μοναξιάς, της βίας, του γήρατος, του θανάτου. Αυτούς τους φόβους συντηρεί το σύστημα παρηγορώντας τους επικουρικά και ανώδυνα, ενώ η επανάσταση απαιτεί τη συμβίωση ανθρώπου-φόβου για μεγάλα πιθανώς χρονικά διαστήματα. Η επιλογή βαρύνει υπέρ του συστήματος. Ετσι η ανατροπή ακυρώνεται και η ουτοπία παραμένει ως αίτημα στη διαχρονία της ανθρώπινης περιπέτειας».

  • Στην παράστασή σας κάνετε κάποιους συσχετισμούς με την αριστερή ουτοπία του 20ού αιώνα. Γιατί;

«Η αριστερή ουτοπία σημάδεψε την οικογένεια, τη γενιά, τα εφηβικά όνειρα εκατομμυρίων ανθρώπων. Είχε το ρομαντισμό, τη συγκίνηση και τη μεγάλη πνοή της ιστορικής αυταπάτης. Εχοντας ως επιδίωξη την ανθρώπινη ευτυχία, πάτησε πάνω σε ανεξίτηλα χνάρια (χριστιανικές αγάπες, αγροτικά κινήματα, απελευθερωτικούς αγώνες, Γαλλική Κομμούνα, αναρχικά οράματα) και έδωσε το δικαίωμα στους ανθρώπους να προβάλουν τον εαυτό τους σ’ ένα συλλογικό όραμα, σ’ ένα ουμανιστικό και ανθρωποκεντρικό μέλλον. Οταν όμως φτάσαμε εκεί, είδαμε ότι το μέλλον είχε χτιστεί και πολεοδομηθεί πάνω σε πρότυπα εξουσιομανίας, γραφειοκρατίας και διαφθοράς που ακύρωναν τους αριστερούς στόχους και εγκλώβιζαν την επαναστατική ιδέα σε σύστημα εκ διαμέτρου αντίθετο και εχθρικό προς αυτήν. Το έργο του Αριστοφάνη με προφητική δύναμη και ιδεολογική σαφήνεια περιγράφει ακριβώς αυτήν την πτωτική πορεία της ανθρώπινης ελπίδας».

  • Στο πέρασμα του χρόνου, όποτε η θεωρία προσπάθησε να γίνει πράξη απέτυχε παταγωδώς με πολυαίμακτο τρόπο (π.χ. κομμουνισμός). Εφτασαν οι ιδεολογίες να έχουν μεγαλύτερη αξία από τους ανθρώπους. Γιατί;

«Γνωρίζουμε εκ πείρας ότι όταν μια ιδέα γίνεται σύστημα ιδεών «παγώνει» και αυτοακυρώνεται. Οι ιδεολογίες όταν χαράσσονται επί χάρτου, ερήμην του ανθρώπου, νομοτελειακά θα τον απαξιώνουν. Οι φωτισμένες πρωτοπορίες, όπου εκδηλώνονται, στην πολιτική, στην κοινωνία, στις τέχνες, είναι για μένα μια τρομώδης επινόηση κι έχουν αφετηρία τους τη μεγαλομανιακή σκέψη κάποιας άρρωστης εξουσίας. Ενα από τα συνθήματα του Μάη του ’68 έλεγε «Μη με απελευθερώνεις. Θα φροντίσω εγώ ο ίδιος γι’ αυτό»».

  • Η δημοκρατία είναι το μη χείρον βέλτιστον πολίτευμα, που δεν το σεβόμαστε όμως όπως πρέπει. Σας ενοχλούν κάποια πράγματα σ’ αυτήν που ζούμε σήμερα;

«Η δημοκρατία που ζούμε είναι υψηλού κινδύνου. Κραυγαλέες ανισότητες, συντριπτικές ταξικές διαφορές, αλαζονεία των κέντρων εξουσίας, διαφθορά και παραοικονομία δυναμιτίζουν το πολιτικό σύστημα και διαβρώνουν την κοινωνία. Ομως, το πλέον επικίνδυνο είναι η επιβεβαιωμένη βία επί των νέων ανθρώπων. Η αθωότητά τους, η άγνοια κινδύνου, το ενστικτικό τους δίκαιο, η ομορφιά της πρόσκαιρης αθανασίας, η πρωτεϊκή τους ορμή θυσιάζονται και ακρωτηριάζονται από ένα σύστημα που τους θέλει σύμφωνους με τα δόγματα της παραγωγής και της κατανάλωσης. Τα παιδιά μετατρέπονται από δέντρα σε έπιπλα μέσα από ένα σύστημα που πριμοδοτεί τη χρηστικότητά τους και οργανώνει το μέλλον τους, ερήμην των ιδίων. Η νεότητα, κατ’ αυτόν τον τρόπο, είναι μία βραδυφλεγής βόμβα στα θεμέλια της κοινωνίας».

  • Ποιες είναι οι δικές σας ουτοπίες;

«Ονειρεύομαι ένα φυσικό άνθρωπο, σωματικά έξυπνο, αρμονικά ενωμένο με τους άλλους, μέσα σε αυτοδιαχειριζόμενες κοινότητες άμεσης δημοκρατίας. Ονειρεύομαι τη στιγμή που η φύση θα κλείσει τις πληγές των ανθρώπινων κατασκευών και τα ζώα, οι καρποί, οι άνεμοι, τα ορυκτά θα ξαναγίνουν αδέρφια μας και οδηγοί μας. Τα μονοπάτια προς αυτήν την ουτοπία είναι ο έρωτας, η τέχνη, η ποιητική της ύλης και, προ πάντων, η αγάπη».

  • Στην παράστασή σας τα πουλιά θα είναι πλανόδιοι ακροβάτες, κλόουν. Αντιπροσωπεύουν για σας ένα είδος ουτοπικό που εξαφανίζεται σιγά σιγά;

«Το θέατρο κατάγεται από τελετές, δράσεις και δρώμενα που εκτελούσαν θίασοι αφιερωμένοι σε θεότητες. Μέσα στη διαχρονία του θεάτρου κυριαρχεί μια αγαπημένη μορφή, ένας τύπος που λέγεται μώμος, μίμος, μεσαιωνικός ακροβάτης, ελισαβετιανός τρελός, άναρχος κλόουν στο τσίρκο, δίσημος κομπέρ στα καμπαρέ και στον Μπρεχτ, μεταβιομηχανικός κλοσάρ στον Μπέκετ. Σ’ εμάς φτάνει στα δικά μας μπουλούκια, στον νούτικο Μαυρέα της επιθεώρησης, στον Αυλωνίτη, τον Λογοθετίδη, τον Σταυρίδη, τον Ηλιόπουλο. Είναι ανέστιος και πλάνης, εν πλήρει αριστοκρατία λαϊκός, φτωχοδιάβολος, πλούσιος σε οράματα και ονειροφαντασιώσεις. Με αυτόν τον τύπο συντάσσομαι στη συντεχνία της περιπλάνησης, στην περιπέτεια του περιοδεύοντος, ξορκίζοντας, έστω και πρόσκαιρα, τη στάσιμη ύπαρξη, την εγκατεστημένη ζωή».

* Οι «Ορνιθες» παρουσιάζονται σε σκηνικά Ερσης Δρίνη, κοστούμια Γιάννη Μετζικώφ, μουσική Μίνωα Μάτσα, χορογραφίες Δημήτρη Σωτηρίου, εικόνες – βίντεο Γρηγόρη Καραντινάκη. Σε βασικούς ρόλους οι Αλέξανδρος Μυλωνάς, Χρύσα Ρώπα, Ντίνος Ποντικόπουλος, Χρήστος Νίνης, Θεμιστοκλής Πάνου, Νίκος Καρδώνης, Περικλής Καρακωνσταντόγλου. Συμμετέχει 18μελής Χορός. Στην Αθήνα θα παιχτούν στις 19 Αυγούστου στο Θέατρο Βράχων Βύρωνα. *

Η ξενομανία ξεκινάει από τη Βαυαροκρατία

  • Εστιάζετε συχνά στην ελληνικότητα σε σχέση με την παράδοση, τη λογοτεχνία, την ποίηση, την τελετουργία, το θρησκευτικό αίσθημα. Από πού πηγάζει αυτό;

«Διεκδικώ το δικαίωμα να είμαι πολίτης του κόσμου, όμως η γενέθλια γη είναι σημείο αναφοράς. Η γλώσσα είναι σώμα. Η χλωρίδα και η πανίδα, τα βουνά και οι θάλασσες είναι τα σπλάχνα μας. Οτιδήποτε ριζικά και αυθεντικά τοπικό είναι συνάμα και παγκόσμιο. Ο Παπαδιαμάντης, ο Σαγκάλ. Οσο για τη θρησκεία, το ποιητικό της άρωμα, ο μεταφυσικός της σπαραγμός, η μαρτυρία και η ομολογία της για το πάσχον ον με ενδιαφέρουν, όχι το δόγμα. Επίσης, τα σημεία συγχρωτισμού και συνοχής της με τον αρχαίο κόσμο. Η ελληνορθόδοξη εμπειρία, απαλλαγμένη από τις ιστορικές της αμαρτίες, είναι μια σπάνια εμβίωση του τραγικού».

  • Δεν σας ενδιαφέρει η πρόκληση, το να είστε μοντέρνος ή μεταμοντέρνος, κάτι που συνηθίζεται στις μέρες μας;

«Ολες οι τάσεις έχουν μια θέση στην Τέχνη, αρκεί να αρθρώνονται με σοβαρότητα, γνώση και συνέπεια. Αποδόμηση του κλασικού σημαίνει πριν απ’ όλα γνώση του. Για να έρθει το καινούργιο σημαίνει ότι το παλιό κουράστηκε και κούρασε. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι ιθαγενείς θα ξεγελαστούν με χάντρες και καθρεφτάκια. Υποκλιθήκαμε με δέος σε όποια μπαλαφάρα ασέλγησε σε έργα, σε συγγραφείς, σε θεατρικά βιώματα, σε μακρόχρονες αδιάσπαστες εμπειρίες. Ομως, η ξενομανία δεν είναι καινούργια παθογένεια. Από τη Βαυαροκρατία και δώθε ταλανίζει την πνευματική μας ζωή».

  • Ως καινούργιος καλλιτεχνικός διευθυντής του ΚΘΒΕ ανακοινώσατε οκτώ ελληνικά έργα έναντι δύο ξένων για τη χειμερινή σεζόν. Μήπως θεωρηθείτε… σοβινιστής από κάποιους προοδευτικούς διανοούμενους;

«Στα θέατρα δημοσίου συμφέροντος το όραμα του διευθυντή οφείλει να συγχρωτίζεται με τις ανάγκες, τα αιτήματα και τις προσδοκίες της κοινωνίας. Το ελληνικό έργο έχει υπέροχα δείγματα κειμένων αναγνωρίσιμων που συγκινούν και ψυχαγωγούν το κοινό. Ομως, καμία ταυτότητα δεν επιβεβαιώνεται αν δεν ταξιδέψει στην ετερότητα. Το ΚΘΒΕ οφείλει να αναζητεί, να υιοθετεί, να επιδιώκει κάθε τι το καινούργιο που αναφύεται στη θεατρική ζωή της Ευρώπης και του κόσμου. Με την ίδια σπουδή που επέδειξα στην ελληνικότητα των επιλογών, θέτω σε προτεραιότητα τις διεθνείς σχέσεις του θεάτρου. Το ΚΘΒΕ δεν μπορεί να λείπει από τις θεατρικές εξελίξεις, στα Βαλκάνια, στην Ευρώπη, στον κόσμο. Ομως καθώς θα ξετυλίγεται το νήμα μην ξεχνάμε από πού ήρθαμε και ποιοι είμαστε. Ο Χαλεπάς, ο Θεόφιλος, ο Μακρυγιάννης είναι τα σπλάχνα της ανθρωπογεωγραφίας μας. Κι ο Ομηρος και οι τραγικοί ποιητές, όπως και ο Αριστοφάνης, τα ορυκτά της».

  • Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΙΔΑΛΗ, Ελευθεροτυπία, Σάββατο 1 Αυγούστου 2009