Σέρτζιο Εσκομπαρ, διευθυντής του Piccolo Teatro
Το μεγαλύτερο ελάττωμα και το μεγαλύτερο προτέρημα των Ελλήνων
είναι ότι είναι Ελληνες
Της Ολγας Σελλα, Η Καθημερινή, 25/11/2012
Φορώντας πάντα τα πορτοκαλί γυαλιά πρεσβυωπίας, που αμέσως ανατρέπουν την όποια συμβατικότητα συνοδεύει τη θέση του, με τη χαρακτηριστική ιταλική φινέτσα, ήρθε στο ραντεβού μας ο διευθυντής του Piccolo Teatro Σέρτζιο Εσκομπαρ. Ηταν παραμονές της πρεμιέρας της «Οδύσσειας» στο Εθνικό Θέατρο, και ο Εσκομπαρ με το επιτελείο του ήταν εδώ, αφού το Piccolo Teatro μετείχε ως συμπαραγωγός σ’ αυτή τη μεγάλη και ακριβή παράσταση.
– Από ποιες προσωπικές διαδρομές φτάσατε στον κόσμο του θεάτρου και ποιοι σας επηρέασαν;
– Ξεκίνησε από ένα νεανικό πάθος. Στην πραγματικότητα η αρχή έγινε με το σινεμά, μετά ακολούθησε το πάθος για το θέατρο. Ημουν 17-18 χρόνων, όταν είχα την ευκαιρία να συναντηθώ και να μιλήσω με ανθρώπους όπως ο Παζολίνι, ο Αντονιόνι, κ.ά. όταν ως μαθητές διοργανώναμε προβολές ταινιών και καλούσαμε τους σκηνοθέτες. Αυτές οι δύο αγάπες μου συνδέθηκαν με μια εργασία μου στο Πανεπιστήμιο, όταν ήμουν επίκουρος καθηγητής στη Φιλοσοφία της Επιστήμης. Είναι κατευθύνσεις που εκ πρώτης όψεως μοιάζουν να είναι μακρινές, αλλά κάποια στιγμή συναντήθηκαν. Το θέατρο το ξαναβρήκα μετά το πανεπιστήμιο και είμαι πεπεισμένος ότι είναι μια εξαιρετική μορφή γνώσης. Το 1979 ξεκίνησα να δουλεύω ως στενός συνεργάτης του ανθρώπου που είχε την επίβλεψη των παραγωγών στη Σκάλα του Μιλάνου. Μαζί του δούλεψα 11 χρόνια.
Η πορεία του Σέρτζιο Εσκομπαρ στο θέατρο είχε ξεκινήσει. Εργάστηκε ως υπεύθυνος παραγωγής στο Δημόσιο Θέατρο στην Μπολόνια, στη Λυρική Σκηνή της Γένοβας και στην Οπερα της Ρώμης. Και όταν πέθανε ο Τζιόρτζιο Στρέλερ, του ζητήθηκε να αναλάβει το Piccolo Teatro. Δεν ήταν κάτι ξαφνικό, αφού ο Σέρτζιο Εσκομπαρ συνεργαζόταν με τον Στρέλερ από το 1975 ώς τον θάνατό του, κυρίως σε λυρικές παραγωγές. Εκτός από τον Στρέλερ, σημεία αναφοράς σε ό,τι αφορά τη διοίκηση ενός θεάτρου και σε ό,τι αφορά τις καλλιτεχνικές του επιλογές, έγιναν κι άλλοι άνθρωποι. Πεποίθησή του είναι ότι «όποιος διοικεί ένα θέατρο πρέπει να έχει επαφή και με όσα γίνονται στη σκηνή. Και αντιστρόφως, όποιος εμφανίζεται στη σκηνή, δεν πρέπει να είναι αποκλεισμένος από τη διοίκηση. Και σ’ αυτές τις αρχές βασίζεται η ιστορία του Piccolo Teatro». Ποιες άλλες ήταν οι σημαντικές του συναντήσεις; Δεν ήταν καθόλου λίγες. Συνεργάστηκε με μεγάλους μουσουργούς, όπως ο Κλάιμπερτ, ο Κλαούντιο Αμπάντο, ο Ρικάρντο Μούτι και με μεγάλους σκηνοθέτες, όπως ο Πίτερ Μπρουκ και ο Μπομπ Γουίλσον. «Μια ιδέα πολύ σημαντική, που κληρονόμησα από τους μεγάλους καλλιτέχνες με τους οποίους συναναστράφηκα, είναι ότι τόσο το θέατρο όσο και η όπερα, είναι σημαντικό να έχουν σχέσεις με τα θέατρα όλου του κόσμου».
– Στη συνέντευξη Τύπου είπατε ότι έναν χρόνο πριν σας θεώρησαν τρελό που υπογράψατε αυτή τη συμφωνία με το Εθνικό Θέατρο. Ποιες δυσκολίες χρειάστηκε να ξεπεράσετε, ποιο κλίμα υπήρχε για την Ελλάδα και τι καθόρισε τη δική σας απόφαση;
– Αποφάσισα να πω ναι, πρώτα απ’ όλα γιατί το project είχε αναμφισβήτητη ποιότητα σε όλα: στο κείμενο, στη σκηνοθεσία, στην οπτική του Ρόμπερτ Γουίλσον… Μου είπαν ότι είμαι τρελός επειδή θεωρούσα ότι η φήμη που κυκλοφορούσε τότε για την Ελλάδα και την κρίση ήταν στερεότυπη, και δεν αντιστοιχούσε στην πραγματικότητα. Οσοι υποστηρίζουν αυτή την άποψη, θεωρούν ότι η πραγματικότητα βασίζεται αποκλειστικά στην οικονομική ανάπτυξη. Ομως, η πεποίθησή μου είναι ότι δεν μετράει μόνο η οικονομική ανάπτυξη και δεν μας ενδιαφέρει μόνο αυτό, κι αυτό επίσης με παρακίνησε στην πλευρά του «ναι». Η λύση για να βγούμε από την κρίση είναι μια αυθεντική και αληθινή ανάγνωση της πραγματικότητας, μια ανάγνωση που μπορεί να κάνει το θέατρο και όχι η οικονομία. Η οικονομική ορολογία, τα spread, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα είναι μέρος της πραγματικότητας, αλλά δεν πρέπει να είναι ο μόνος σκοπός των κυβερνήσεων, ούτε καν για να λύσουν τα οικονομικά προβλήματα. Ενας άλλος λόγος που αποφάσισα να πω «ναι» ήταν κι ένα πείσμα απέναντι στις ανοησίες και στις κοινοτοπίες που ακούγονταν από τον Τύπο. Πρόκειται για μία χρήση της γλώσσας που κάνει πολύ πιο φτωχό όχι μόνο το λεξιλόγιο, αλλά και την ίδια την πραγματικότητα. Αντίθετα, το θέατρο, μπορεί να αναπαριστά όλες τις πολύπλοκες πλευρές της πραγματικότητας και της ζωής. Ο τελευταίος λόγος που είπα το «ναι» είναι η τρέλα, που πρέπει να υπάρχει σε κάθε καλλιτεχνική επιλογή. Αλλωστε καθήκον του θεάτρου είναι να κοιτάζει μπροστά.
- Η παράσταση «Οδύσσεια» συνδέει και ενώνει τις γενιές
– Θα ήθελα να μου πείτε για ποιους λόγους θα καλούσατε το ελληνικό κοινό να δει την «Οδύσσεια» και για ποιους λόγους θα καλούσατε το ιταλικό κοινό τον Απρίλιο, που θα μεταφερθεί η παράσταση στο Μιλάνο.
– Πρώτα απ’ όλα θα σύστηνα την παράσταση επειδή είναι καταπληκτική κι αυτή είναι η δουλειά μου. Επίσης επειδή συνδέει και ενώνει τις γενιές, και ακόμα λόγω της ερμηνείας που ο Μπομπ Ουίλσον έδωσε στο κείμενο, η οποία μπορεί να φαίνεται λίγο τρελή γιατί μοιάζει με παραμύθι. Ο Μπομπ Ουίλσον πετάει την πομπώδη και δραματική ρητορική και αποδίδει το νόημα του ταξιδιού, της περιέργειας και της πρόκλησης που δεν πρέπει να σταματήσει ποτέ. Υπάρχει ένα γεγονός, ότι δηλαδή χιλιάδες μάτια θα δουν την παράσταση της «Οδύσσειας» εδώ στην Αθήνα και άλλες τόσες χιλιάδες στο Μιλάνο. Δηλαδή, θα μας ενώσει αυτό το στοιχείο και αυτή η αίσθηση είναι εκπληκτική. Οσες φορές πήγα με ιταλικές παραστάσεις στο εξωτερικό, αντιλήφθηκα ότι οι διαφορές δημιουργούν την περιέργεια να γνωριστούμε. Κι αυτό είναι σπουδαίο. Το κοινό του Piccolo Teatro θα έχει τη δυνατότητα να βλέπει για ένα μήνα περίπου την παράσταση, με ιταλικούς υπέρτιτλους, κάτι που δεν γίνεται για πρώτη φορά. Εδώ και χρόνια παρουσιάζουμε παραστάσεις σε ξένες γλώσσες και πάντα το ιταλικό κοινό δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον. Επίσης θα το συστήσω, επειδή το κοινό θα έχει τη δυνατότητα να ξαναβρεί θέματα που συνάντησε σε προηγούμενες παραστάσεις του Piccolo Teatro. Οι παραστάσεις της «Οδύσσειας» στο Μιλάνο θα συνοδεύονται από κάποιες εκδηλώσεις, στις οποίες θα λάβουν μέρος οι μεγαλύτεροι ηθοποιοί της Ιταλίας, οι οποίοι θα συζητήσουν για θέματα κομβικά που θίγει η «Οδύσσεια», όπως είναι η δικαιοσύνη, το ταξίδι, το φαγητό και θα φτάσουμε ώς τον «Οδυσσέα» του Τζέιμς Τζόις. Αυτές οι εκδηλώσεις θα γίνουν σε χώρους σημαντικούς για την πόλη του Μιλάνου, π.χ. σ’ ένα δικαστήριο, σε μια φυλακή, σε μια δημοτική αγορά. Η εκδήλωση για τον «Οδυσσέα» του Τζόις θα φιλοξενηθεί σε μία παμπ!
– Ποια πιστεύετε ότι είναι τα ελαττώματα των Ελλήνων και ποια είναι τα προτερήματά τους;
– Το μεγαλύτερο ελάττωμα είναι ότι είναι Ελληνες και το μεγαλύτερο προσόν τους είναι ότι είναι Ελληνες. Πράγμα το οποίο ισχύει και για τους Ιταλούς. Αυτό που έχει σημασία είναι να είναι κανείς πολίτης του κόσμου, ακριβώς επειδή είναι πολύ δεμένος με την ιστορία του. Πρέπει να είστε περήφανοι που είστε Ελληνες και ακριβώς γι’ αυτό να αισθάνεσθε πολίτες του κόσμου και να είστε πολίτες του κόσμου.
- Ο,τι συμβαίνει στη Μεσόγειο αφορά όλο τον κόσμο
Η συζήτηση με τον Σέρτζιο Εσκομπαρ δεν είναι ευθεία. Δεν τσιγκουνεύεται τα λόγια του, πολύ συχνά επιστρέφει σε κάτι που θυμήθηκε στην προηγούμενη ερώτηση, ανατρέχει σε παραδείγματα, και έχει μια θεατρικότητα στις κινήσεις του, καθόλου δήθεν. Εκτός από τα πορτοκαλί γυαλιά πρεσβυωπίας, ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του είναι το ζεστό του χαμόγελο.
Ο Σέρτζιο Εσκομπαρ ταυτίζεται με την άποψη του Εντγκαρ Μορέν, τον οποίο θεωρεί έναν από τους φάρους της ζωής του, ότι «στη Μεσόγειο, ακόμα κι όταν κυριαρχούν οι συγκρούσεις ανάμεσα στους λαούς της, βλέπουμε την εξέλιξη του κόσμου». Και μου εξηγεί ότι όπως και πριν από ένα χρόνο όταν αποφάσισε να συνεργαστεί με το Εθνικό Θεάτρο, έτσι και πριν από 12 χρόνια «με είχαν αποκαλέσει τρελό, όταν θέλησα να συνεργαστώ με τις χώρες της Νότιας Μεσογείου, που έχουν μια θεατρική παράδοση που δεν ταυτίζεται με τη δικιά μας. Τότε ήταν πρωτόγνωρο, τώρα δεν εντυπωσιάζει κανέναν».
Ο Σέρτζιο Εσκομπαρ είναι ένας αυθεντικός διανοούμενος. Συνδυάζει, συγκρίνει, βλέπει σφαιρικά όσα συμβαίνουν γύρω του, δεν περιορίζεται μόνο στις αρμοδιότητές του. Μου σχολιάζει περισσότερο τη φράση του Εντγκαρ Μορέν. «Τότε, είχα δει μέσω της τέχνης, αυτό που συμβαίνει σήμερα στην πολιτική. Ομως ό,τι συμβαίνει στη Μεσόγειο αφορά όλο τον κόσμο». Και από τη φράση του Εντγκαρ Μορέν με πηγαίνει στον τρόπο που λειτουργούν και επικοινωνούν όσοι κατοικούν στις πόλεις αυτού του πλανήτη, πόλεις που δεν είναι κλεισμένες στον εαυτό τους αλλά είναι παγκόσμιες, με σύνθετο πληθυσμό και πολλές επιρροές. «Δεν πρόκειται για μια κλειστή πραγματικότητα. Ολόκληρος ο κόσμος διατρέχει τη ζωή μας σε κάθε πόλη. Και αυτό ανατρέπει την καθαρότητα μιας ταυτότητας και δημιουργεί την ανάγκη μιας ταυτότητας που ταξιδεύει. Ο μεσογειακός κόσμος είναι το παράδειγμα αυτής της διαδρομής και της ανταλλαγής πολιτισμών. Καθήκον δικό μας, του θεάτρου, είναι να δουλεύουμε για να δούμε ποιος είναι ο σημερινός πολίτης του κόσμου».
– Πώς διαβάζετε σήμερα την «Οδύσσεια»;
– Η «Οδύσσεια» αποτελεί το σημείο εκκίνησης της δυτικής σκέψης, και εκεί γεννιέται η ιδέα του «εγώ», αλλά υπάρχει και κάτι νέο, ότι είμαστε πια αναγκασμένοι να σκεφτόμαστε πώς χρησιμοποίησε την έννοια αυτή ο δυτικός κόσμος. Προφανώς ο δυτικός κόσμος, σιγά σιγά, παραμέρισε το ουσιαστικό χαρακτηριστικό του Οδυσσέα, που είναι το ταξίδι, η αναζήτηση, η πρόκληση για το απίθανο, το δύσκολο, το καινούργιο. Σήμερα, ο δυτικός κόσμος μοιάζει πιο πολύ με τη ζοφερή πλευρά του Οδυσσέα: με την πονηριά του, με τον Δούρειο Ιππο. Κι επίσης ο Οδυσσέας φτάνει μόνος του στην Ιθάκη, η οποία στην «Οδύσσεια» αποτελεί το τέλος ενός ταξιδιού. Αυτό το ταξίδι μας επιτρέπει να μη μιλάμε μόνο για έναν Οδυσσέα αλλά για πολλούς, να μη μιλάμε για μία «Οδύσσεια» αλλά για πολλές, γιατί η πραγματικότητα είναι εξαιρετικά πολύπλοκη. Βλέπουμε σήμερα ότι η δυτική οικονομική σκέψη μπορεί να ερμηνευτεί με κάπως τολμηρό τρόπο, σαν κάτι που θυμίζει την πονηριά του Οδυσσέα. Κάποιος, κάποια στιγμή άρχισε να κερδοσκοπεί και να εξαπατά τους άλλους και δηλητηρίασε την παγκόσμια οικονομία. Σαν να είναι πιο ισχυρή η πονηριά από την περιέργεια και την πρόκληση. Κι αυτό είναι κάτι πολύ επικίνδυνο. Η αληθινή πρόκληση είναι η αναζήτηση του αγνώστου, το «εγώ» σήμερα σημαίνει να είσαι κλειστός, να προσπαθείς να κατακτήσεις τον κόσμο, κι αυτό σημαίνει ότι φοβάσαι αυτό που είναι άγνωστο και ξένο. Και είναι κι αυτό ένας εκφυλισμός της δυτικής σκέψης. Σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε, το «εγώ» πορεύεται, ταξιδεύει. Δεν μπορεί να καταφτάνει στην Ιθάκη ένα «εγώ» μόνο του. Η Ιθάκη δεν είναι το σημείο που τελειώνει το ταξίδι, και σίγουρα εκεί δεν φτάνει κάποιος μόνος του…
Από την «Οδύσσεια» πίσω πάλι, στη σκέψη του Μορέν: «Υπάρχει μια φράση του Ισπανού φιλοσόφου Jose Ortega y Gasset, με την οποία ο Εντγκαρ Μορέν ξεκινάει το τελευταίο του βιβλίο, στο οποίο λέει πώς μπορούμε να βγούμε από την κρίση, φτιάχνοντας έναν νέο ουμανισμό και μια νέα οικονομία. Η συγκεκριμένη φράση λέει ότι «δεν ξέρουμε τι μας συμβαίνει και αυτό ακριβώς μας συμβαίνει». Αυτή η αντίληψη ενώνει σήμερα σαν συναίσθημα όλες τις γενιές. Το θέατρο έχει ένα καθηκον: να μη σκοτώνει την ποικιλία του κόσμου. Πρέπει να δημιουργεί έναν πολιτισμό της διαφοράς, και όχι έναν φόβο του διαφορετικού.
Πιστεύω σ’ αυτά τα λόγια και νομίζω ότι εξηγούν γιατί ακόμα και σε μια περίοδο που υπάρχει οικονομική και ηθική κρίση, τα θέατρα δεν σταματούν να έχουν θεατές. Στην Ιταλία, τουλάχιστον, δεν έχει μειωθεί καθόλου το κοινό, κι απ’ ό,τι ακούω και στην Ελλάδα. Και χαίρομαι γιατί πολλοί από αυτούς τους θεατές, είναι νέοι. Στο Piccolo Teatro οι μισοί από τους θεατές είναι κάτω των 26 χρόνων. Και αυτός είναι ένας παραπάνω λόγος, να θέτει κανείς ερωτήσεις στον εαυτό του και να ξεκινάει ένα ταξίδι…».
Το ραντεβού ήταν ένα μεσημέρι πριν από την πρεμιέρα της «Οδύσσειας», στο καφέ του Εθνικού Θεάτρου. Ο Σέρτζιο Εσκομπαρ ήρθε στην ώρα του, συνοδευόμενος από δύο Βαλεντίνες: την υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων του Piccolo Teatro, Βαλεντίνα Κραβίνο, και τη γλυκύτατη μεταφράστρια Βαλεντίνα Τζιλάρντι. Διάλεξε γαύρο στο φούρνο, εγώ πένες, ήπιαμε μπίρες, και κλείσαμε με καφέ. Ο Σέρτζιο Εσκομπαρ ήταν ανένδοτος: δεν συζήτησε λεπτό την πιθανότητα να με αφήσει να πληρώσω τον λογαριασμό.
1950
Στις 3 Νοεμβρίου γεννήθηκε στο Μιλάνο.
1979
Αρχισε να εργάζεται στη Σκάλα του Μιλάνου ως βοηθός γενικού διευθυντή, υπεύθυνος χορηγιών, εφαρμογής νέων τεχνολογιών και διεθνών σχέσεων.
1982
Συνεργάζεται με τον Κλαούντιο Αμπάντο στην ίδρυση της Φιλαρμονικής της Σκάλας του Μιλάνου.
1990
Αναλαμβάνει διευθυντής του Teatro Comunale της Μπολόνιας. Το 1996 αναλαμβάνει διευθυντής του Teatro Carlo Felice της Γένοβας, και το 1996 γίνεται επικεφαλής του Teatro dell’ Opera της Ρώμης.
1998
Είναι η χρονιά που παίρνει το τιμόνι του Piccolo Teatro di Milano – Teatro d’ Europa. Την ίδια χρονιά του απονέμεται ο Μεγαλόσταυρος του Τάγματος Τιμής της Ιταλικής Δημοκρατίας, και γίνεται πρόεδρος της Platea, της Ενωσης των δημοσίων θεάτρων της Ιταλίας.